ἀπό

ἀπό
ᾰπό (
1

ἄπο O. 3.9

, O. 1.13, P. 5.7, N. 3.8 84, I. 4.53, Πα. 20. 11, 13)
1 prep. c. gen.
a with a verb of motion, from

Πίσα τᾶς ἄπο νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

Ἴστρου ἄπο σκιαρᾶν παγᾶν O. 3.14

Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν O. 3.27

ἀπὸ Στυμφαλίων τειχέων O. 6.99

Λερναίας ἀπ' ἀκτᾶς O. 7.33

ἀπὸ Μαντινέας O. 10.70

τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν φέρων P. 2.3

ἀπ' Ἀρκαδίας P. 3.26

αἶψα δ' ἀπὸ κλισιᾶν ὦρτο P. 4.133

ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

ἀπ' Ἄργεος ἤλυθον P. 8.41

στεῖχ' ἀπ Αἰγίνας N. 5.3

φεῦγε γὰρ πατρίων οἴκων ἀπό τ' Ἄργεος N. 9.14

Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν ἄπο Καδμειᾶν ἦλθ' ἀνήρ I. 4.53

b out of, from out of, from, generally

ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων O. 2.73

[ἀπ byz.: ὑπ codd. O. 5.14]

φιάλαν ὡς εἴ τις ἀφνειᾶς ἀπὸ χειρὸς ἑλὼν δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ O. 7.1

ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.5

θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις O. 9.58

αἰθέρος ψυχρῶν ἀπὸ κόλπων ἐρήμου βάλλων O. 13.88

[ἀπὸ coni. Stone: ἐρέω codd.: ἄρα Wil. P. 1.77]

φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος P. 5.73

δόξαν ἱμερτὰν ἀγαγόντ' ἀπὸ Δελφῶν P. 9.75

ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο καὶ Μεγάρων δέδορκεν φάος N. 3.84

Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος ὅρμον στεφάνων πέμψαντα καὶ λιπαρᾶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.17

καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.16

χρὴ δ' ἀπ

Ἀθανᾶν τέκτον' ἀεθληταῖσιν ἔμμεν N. 5.49

ἔρνεα πρῶτος λτ;ἔνεικενγτ; ἀπ' Ἀλφεοῦ N. 6.18

ὥτ' ἀπὸ τόξου ἱείς N. 6.28

ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.60

—1.

ἀπὸ προθύρων βαθύκολπον ἀνερέψατο παρθένον Pae. 6.135

ὀμμ]άτων ἄπο σέλας ἐδίνασεν Pae. 20.13

κελάρυξεν ὡς ἀπὸ κρανᾶν φέρτατον ὕδωρ *fr. 104b. 2* ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ὄχημα δαιδάλεον ματεύειν fr. 106. 6. στάσιν ἀπὸ πραπίδος ἐπίκοτον ἀνελών fr. 109. 3.
c down from

Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17

ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

καὶ γὰρ αὐτὰ ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς N. 1.50

εὖτ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθμῶν ἐς εὐδείελον χθόνα μόλῃ P. 4.76

χαμαὶ καταβαὶς ἀφ' ἁρμάτων N. 6.51

ἀπὸ Ταυγέτου πεδαυγάζων ἴδεν Λυγκεὺς N. 10.61

d
I far from, deprived of

Ἄτλας οὐρανῷ προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

II from off

δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν O. 1.13

μελέων ἄπο ποικίλον [σπά]ργανον ἔρριψεν Pae. 20.11

e
I won from

ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται φυλλοφόρων ἀπ' ἀγώνων O. 8.76

ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, δύο δ' ἀπὸ Κίρρας P. 7.16

πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.59

II coming from

συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ' ἀπὸ Σπάρτας N. 11.34

ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν fr. 106. 1. ὅπλα δ' ἀπ Ἄργεος fr. 106. 5. ὕδωρ Τιλφώσσας ἀπὸ καλλικράνου fr. 198b.
III begotten from

υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

κράτησεν ἀπὸ ταύτας αἷμα πάτρας Καλλίας N. 6.35

θνατᾶς δ' ἀπὸ ματρὸς ἔφυ fr. 61. 5.
f from the time of, since

ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

μὴ κρύπτε κοινὸν σπέρμ' ἀπὸ Καλλιάνακτος O. 7.93

νιν κλυτᾶς αἰῶνος ἀκρᾶν βαθμίδων ἄπο σὺν εὐδοξίᾳ μετανίσεαι P. 5.7

ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας (ἀπὸ τῆς πρώτης ἡλικίας. Σ.) P. 5.114

τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.25

g ἀπὸ γλώσσας, simm.

αἶνος ὃν ἀπὸ γλώσσας Ἄδραστος ἐς Ἀμφιάρηον φθέγξατ O. 6.13

εἰ χρεὼν τοῦθ' ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος P. 3.2

πολὺν ῥόθον ἵεσαν ἀπὸ στομάτων Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.16

πρὶν μὲν ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον ἀνθρώποισιν ἀπὸ στομάτων Δ. 2. 3.
h from, as a result of

κοιτάξατο νύκτ' ἀπὸ κείνου χρήσιος O. 13.76

2 in tmesis.

ἀπὸ ἔχειν O. 2.69

ἀπὸ ῥίψον O. 9.35

ἀπὸ εἴργοντες O. 13.59

ἀπὸ ἀμβλύνει P. 1.82

ἀπὸ λιπὼν P. 3.101

ἀπὸ δώσω P. 4.67

ἀπὸ ῥίψαις P. 4.232

ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30

ἀπὸ δρέπεσθαι fr. 122. 8. ἀπὸ ὤθεον fr. 166. 3.
3 fragg. ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ἁμετέρας ἄπ[ο (supp. Lobel) fr. 59. 8.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἁπό — ἀπό , ἀπό ápa indeclform (prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπό — ápa indeclform (prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄπο — ἀπό ápa indeclform (prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • από — (I) (AM ἀπό) πρόθ. σημαίνει 1. απομάκρυνση από τόπο, πρόσωπο, πράγμα, ενέργεια («έφυγε από την πόλη», «ἀπὸ θαλάσσης ᾠκίσθησαν») 2. αλλαγή («από δήμαρχος κλητήρας», «ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾱς ἐποίησας Βερενίκαν») 3. προέλευση από τόπο ή πρόσωπο («πήρε… …   Dictionary of Greek

  • από — πρόθεση, συντάσσεται με ονομαστική και αιτιατική (πολύ σπν., και μονάχα σε ορισμένες φράσεις, με γενική: «από γεννησιμιού», «από χρόνου», «από στραβού διαβόλου» κτλ.) και σημαίνει: 1. κίνηση από τόπο, απομάκρυνση, χωρισμό: Λείπει από το σπίτι. 2 …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απο- — [ΕΤΥΜΟΛ. Το απο ως προρρηματικό ή προθεματικό στοιχείο προέρχεται από την πρόθεση από. Χρησιμεύει ως α΄ συνθετ. πολλών λέξεων της αρχαίας, μσν. και νέας Ελληνικής και σημαίνει: α) χωρισμό, απομάκρυνση αποβάλλω, απόδημος, απόμαχος αρχ. άπειμι,… …   Dictionary of Greek

  • Ἀπὸ λεπτῆς κρόκης ὁ πᾶς οὗτος πλοῦτος ἀπήρηται. — См. Висит на нитке …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἀπὸ λεπτοῦ φασὶ μίτου τὸ ζῆν ἠρτῆσθαι. — См. Висит на нитке …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἀπὸ τὸν ὄρθρον ἔφευγεν καὶ ἔμπροσθέν μου λοιτουργίαν εὗρον. — См. Из огня да в полымя …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἀπὸ τῶν ἁπαλῶν ὅνυχων. — См. От младых ногтей …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἀπὸ κακοῦ δανειστοῦ, κ’ὰν σακκίον ἀχύρου. — См. От худого должника хоть мякиною бери …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”